Παρά το τεταμένο γεωπολιτικό κλίμα και τις συνεχιζόμενες εντάσεις στις εμπορικές σχέσεις ΗΠΑ–Κίνας, οι κινεζικές εταιρείες συνεχίζουν ακάθεκτες την επέκτασή τους στην αμερικανική αγορά, διεκδικώντας μερίδιο σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας και καταναλωτικών προϊόντων. Η περίπτωση της Insta360, κορυφαίας εταιρείας καμερών με έδρα το Σενζέν, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της νέας αυτής τάσης.
Η Insta360, γνωστή για τις κάμερες 360 μοιρών και τα αξεσουάρ λήψης βίντεο, προχώρησε την Τετάρτη στην μεγαλύτερη δημόσια προσφορά στην ιστορία του τεχνολογικού δείκτη STAR Market της Σαγκάης, συγκεντρώνοντας το ποσό των 1,938 δισ. γουάν (περίπου 270 εκατ. δολαρίων). Η μετοχή της απογειώθηκε κατά 274% την πρώτη ημέρα διαπραγμάτευσης, ανεβάζοντας τη χρηματιστηριακή της αξία στα 71 δισ. γουάν (9,88 δισ. δολάρια).
Το αξιοσημείωτο είναι ότι η αγορά των ΗΠΑ συνεισφέρει ισόποσα στα έσοδα της Insta360 με την Κίνα και την Ευρώπη, ποσοστό πάνω από 23% για καθεμία. Η εταιρεία ξεκίνησε να διαθέτει τα προϊόντα της στα καταστήματα Apple από το 2018 και συνεχίζει να επενδύει στην παρουσία της στην αμερικανική αγορά, παρά τους δασμούς, τις κυρώσεις και την αβεβαιότητα που απορρέει από τις εμπορικές πολιτικές Τραμπ.
Ο συνιδρυτής της εταιρείας, Μαξ Ρίχτερ, δήλωσε ότι η Insta360 παραμένει επικεντρωμένη στην έρευνα και ανάπτυξη με γνώμονα τον τελικό καταναλωτή και πως οι γεωπολιτικές εντάσεις δεν έχουν αποτρέψει τη ζήτηση στις ΗΠΑ. Η εταιρεία διατηρεί γραφεία σε Βερολίνο, Τόκιο και Λος Άντζελες, ενώ το πρώτο της μεγάλο προϊόν λανσαρίστηκε με φυσική παρουσία τον Απρίλιο στο Grand Central Terminal της Νέας Υόρκης.
Η τάση αυτή δεν περιορίζεται μόνο στην Insta360. Κινεζικές επιχειρήσεις όπως η Roborock και η Pop Mart καταγράφουν παρόμοια διεθνή τροχιά. Η Roborock, γνωστή για τα ρομποτικά σκουπάκια της, έχει ανακοινώσει πρόθεση εισαγωγής στο χρηματιστήριο του Χονγκ Κονγκ, ενώ ήδη περισσότερο από το 50% των εσόδων της προέρχεται από αγορές εκτός Κίνας. Στην φετινή CES στο Λας Βέγκας παρουσίασε ένα ρομπότ-σκούπα με βραχίονα που μετακινεί εμπόδια, το οποίο λανσαρίστηκε στις ΗΠΑ στα 2.600 δολάρια.
Αντίστοιχα, η Pop Mart —κορυφαία εταιρεία φιγούρων με βάση το Πεκίνο— σημείωσε εκρηκτική αύξηση στις διεθνείς πωλήσεις της, με 5,1 δισ. γουάν το 2024, ξεπερνώντας για πρώτη φορά τις αντίστοιχες πωλήσεις του 2021 εντός Κίνας. Η επιτυχία της οφείλεται στην ανάπτυξη και απόκτηση δικαιωμάτων χαρακτήρων με παγκόσμια απήχηση, όπως η σειρά Labubu. Παρότι η εταιρεία δεν δημοσιοποιεί πλήρως τα σχέδιά της για επέκταση, ανεξάρτητες πηγές καταγράφουν ήδη τουλάχιστον 17 καταστήματα στις ΗΠΑ.
Η στροφή των κινεζικών επιχειρήσεων προς τη διεθνοποίηση δεν είναι νέα, αλλά περνά πλέον σε τρίτη φάση, όπως επισημαίνει ο Τσάρλι Τσεν της China Renaissance Securities. Από την αρχική φάση των εργοστασίων για ξένα brands, και τη δεύτερη των κοινοπραξιών, πλέον οι κινεζικές εταιρείες επιδιώκουν να δημιουργήσουν διεθνή brands, με τοπικά γραφεία και ανθρώπινο δυναμικό στις χώρες-στόχους.
Η επιβράδυνση της εγχώριας κατανάλωσης στην Κίνα μετά την πανδημία επιταχύνει τη διεθνή τους εξωστρέφεια. Πρωτοβουλίες όπως εκείνες της InvestHK, που φέρνουν σε επαφή κινεζικές επιχειρήσεις με αγορές της Μέσης Ανατολής και της Δύσης, ενισχύουν το momentum.
Παρά τα εμπόδια που θέτει το διεθνές πολιτικό περιβάλλον, η επεκτατική δυναμική των κινεζικών εταιρειών όχι μόνο δεν κάμπτεται, αλλά εντείνεται. Επιδιώκουν να κατακτήσουν καταναλωτές με καινοτομία, branding και παγκόσμιες στρατηγικές — και το κάνουν επιτυχώς, ακόμα και στο “στόχαστρο” των γεωπολιτικών αντιπάλων τους.