Σημαντική κάμψη εμφάνισε η οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου τον Απρίλιο, με την εθνική στατιστική υπηρεσία να ανακοινώνει πτώση του ΑΕΠ κατά 0,3% σε μηνιαία βάση. Η απότομη αυτή ανατροπή στην οικονομική πορεία, η οποία ακολούθησε την ανάπτυξη 0,2% του Μαρτίου, αποδίδεται στις παγκόσμιες εμπορικές εντάσεις που προκαλούνται από τους δασμούς που επέβαλε ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και σε εσωτερικά φορολογικά μέτρα που τέθηκαν σε εφαρμογή με την έναρξη του νέου οικονομικού έτους.
Οι επιδόσεις του Απριλίου απογοήτευσαν τους οικονομολόγους, οι οποίοι ανέμεναν περιορισμένη πτώση της τάξεως του 0,1%. Ωστόσο, οι πιέσεις από την επιβολή δασμών εκ μέρους των ΗΠΑ προς εμπορικούς εταίρους –συμπεριλαμβανομένου και του Ηνωμένου Βασιλείου– φαίνεται να επηρέασαν κρίσιμους τομείς, όπως η βιομηχανική παραγωγή και οι εξαγωγές.
Η διευθύντρια οικονομικών στατιστικών της Στατιστικής Υπηρεσίας, Λιζ ΜακΚιόουν, σημείωσε ότι «μετά από τέσσερις συνεχόμενους μήνες αύξησης, τον Απρίλιο καταγράφηκε η μεγαλύτερη μηνιαία πτώση στις εξαγωγές αγαθών προς τις ΗΠΑ, με μείωση σε όλους σχεδόν τους επιμέρους τομείς προϊόντων». Το πλήγμα αυτό αποδίδεται ευθέως στην επιβολή δασμού 10% από την Ουάσινγκτον, στο πλαίσιο της πολιτικής «ανταποδοτικών δασμών» που προωθεί η κυβέρνηση Τραμπ.
Παρά την σχετικά ήπια μεταχείριση σε σχέση με τις ευρωπαϊκές χώρες –οι οποίες υπέστησαν γενικευμένο δασμό 20%– το Ηνωμένο Βασίλειο δεν έμεινε ανεπηρέαστο. Αν και το Λονδίνο ήταν το πρώτο που συνήψε εμπορική συμφωνία με την Ουάσινγκτον εν μέσω των νέων δασμών, η καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις και η περίοδος αβεβαιότητας φαίνεται να επηρέασε αρνητικά τη μεταποιητική δραστηριότητα.
Πέρα από τις εξωτερικές πιέσεις, η βρετανική οικονομία δέχθηκε και σημαντικά εσωτερικά πλήγματα. Τον Απρίλιο τέθηκαν σε ισχύ αυξήσεις στις εισφορές εθνικής ασφάλισης, ενώ παράλληλα αυξήθηκε το κατώτατο όριο ηλικίας για συνταξιοδότηση. Επιπλέον, έληξε η προσωρινή φορολογική ελάφρυνση για τις αγοραπωλησίες ακινήτων, με αποτέλεσμα η αγορά να παγώσει: οι συναλλαγές κατοικιών υποχώρησαν κατά 63,5% σε σχέση με τον Μάρτιο.
Η Υπουργός Οικονομικών Ρέιτσελ Ριβς χαρακτήρισε τα στοιχεία «σαφώς απογοητευτικά», δηλώνοντας πως η κυβέρνηση συνεχίζει να εργάζεται για την οικονομική «αναγέννηση» της χώρας. Όπως είπε, «οι μηνιαίες διακυμάνσεις του ΑΕΠ είναι φυσιολογικές, όμως ο Απρίλιος υπήρξε αναμφίβολα ένας δύσκολος μήνας», επισημαίνοντας ως κύριους παράγοντες την αβεβαιότητα στις εξαγωγές και την υποχώρηση της παραγωγής.
Οικονομολόγοι επισημαίνουν ότι η ισχυρή ανάπτυξη 0,7% του πρώτου τριμήνου ενδέχεται να ήταν αποτέλεσμα προεξόφλησης δραστηριότητας εν όψει των δασμών. Ο Τζέιμς Σμιθ της ING σημείωσε ότι «ο Απρίλιος ήταν μήνας διόρθωσης, με εξασθένηση σε εξαγωγές και παραγωγή, γεγονός που δημιουργεί επιφυλάξεις για την πορεία του δεύτερου τριμήνου». Προβλέπει ανάπτυξη μόλις 0,1% έως 0,2% το τρίμηνο, έναντι του 0,7% του πρώτου.
Παράλληλα, η Τράπεζα της Αγγλίας αναμένει ασθενική ετήσια ανάπτυξη μόλις 1% για το 2025, καθώς η αγορά εργασίας εμφανίζει σημάδια κόπωσης και η εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων παραμένει εύθραυστη.
Η εικόνα που διαμορφώνεται για το υπόλοιπο του έτους είναι αβέβαιη. Το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα μείγμα εξωτερικών προκλήσεων και εσωτερικών πιέσεων, ενώ η αναζήτηση ισορροπίας ανάμεσα στη δημοσιονομική πειθαρχία και την αναπτυξιακή στρατηγική καθίσταται πιο δύσκολη από ποτέ.